wordpress-seo
domain was triggered too early. This is usually an indicator for some code in the plugin or theme running too early. Translations should be loaded at the init
action or later. Please see Debugging in WordPress for more information. (This message was added in version 6.7.0.) in /var/www/vhosts/lefkada.gr/httpdocs/wp-includes/functions.php on line 6114Home » Αρχιτεκτονική
Η Χώρα, η πρωτεύουσα του νησιού, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεσαιωνικής πολεοδομίας. Αναπτύχθηκε ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο σχέδιο που εκφράζει το φεουδαρχικό τρόπο διοίκησης στα χρόνια της ενετοκρατίας, οπότε και διαμορφώθηκε ο βασικός πολεοδομικός της ιστός.
Η πλατεία, μαζί με το ναό του Αγίου Σπυρίδωνα και τον κύριο εμπορικό δρόμο το παζάρι, είναι το κέντρο του οικισμού, που περικλείεται από ένα δρόμο σε σχήμα δαχτυλιδιού. Ένας δεύτερος δακτύλιος, παράλληλος με τον πρώτο, σχηματίζεται στη βόρεια πλευρά του οικισμού και, περνώντας μπροστά από τις εκκλησίες της Παναγίας των Ξένων και των Αγίων Αναργύρων, εκβάλλει στον κεντρικό εμπορικό δρόμο. Γύρω από τους παράλληλους αυτούς δακτυλίους, οι δρόμοι είναι διατεταγμένοι σαν ακτίνες που ξεκινούν από το κέντρο, θυμίζοντας «ψαροκόκαλο». Δρόμοι διαφορετικών κατευθύνσεων καταλήγουν σε πλατείες που η θέση τους ορίζεται σχεδόν πάντοτε από την ύπαρξη κάποιας εκκλησίας.
Μετά το σεισμό του 1948 αναπτύχθηκε στη νότια πλευρά του παλιού οικισμού ένα νέο τμήμα της Χώρας, η Νεάπολη. Έτσι η έκταση της πρωτεύουσας του νησιού με τον καιρό διπλασιάστηκε και στις μέρες μας συνεχίζει να μεγαλώνει, αφού το σχέδιο πόλεως του Δήμου Λευκάδας έχει επεκταθεί ακόμα περισσότερο.
Στο νομό Λευκάδας υπάρχουν δύο οικισμοί που έχουν χαρακτηριστεί επίσημα ως παραδοσιακοί και προστατεύονται. Είναι τα Σύβοτα στα νοτιοανατολικά και ο Aγιος Νικήτας στα δυτικά του νησιού.
Υπάρχουν, όμως, πολλά ακόμα χωριά και οικισμοί, κυρίως στα ορεινά της Λευκάδας και στα μικρά νησάκια του νομού, που έχουν διατηρήσει παραδοσιακά στοιχεία στη μορφή και την κατασκευή των κτισμάτων, τα οποία είναι κατασκευασμένα με απλά υλικά και εναρμονισμένα με το φυσικό περιβάλλον. Τα χωριά αυτά, με την απλότητα και τη λιτότητα των οικισμών τους, δίνουν το μέτρο του σεβασμού που έτρεφαν πάντα οι Λευκαδίτες προς τη φύση και αποτελούν «ζωντανές» εικόνες ενός παραδοσιακού τρόπου ζωής. Στοιχεία αυτής της παράδοσης μπορεί να συναντήσει κανείς σε περιοχές όπως η Κατούνα, η Καρυά, η Βαυκερή, το Νιοχώρι, το Aλατρο, το Κατωχώρι, ο Πόρος, ο Δράγανος, το Καλαμίτσι, η Εξάνθεια, ο Δρυμώνας, ο Δήμος Σφακιωτών, το Μεγανήσι, ο Κάλαμος και ο Ρουπακιάς.
Ένας αυθεντικός οικισμός με αντιπροσωπευτικά κτίσματα της τυπικής λευκαδίτικης αρχιτεκτονικής είναι το χωριό Δρυμώνας, χτισμένο σε μια απάνεμη πλαγιά στο δυτικό τμήμα του νησιού. Τα κεραμόσκεπα σπίτια του, μονώροφα (χαμόγια στην τοπική διάλεκτο) ή διώροφα, ξεχωρίζουν για τη γερή αντισεισμική κατασκευή και τα ιδιαίτερα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά: τις δίφυλλες πόρτες και τα παράθυρα, τις εξωτερικές πέτρινες σκάλες, το χαρακτηριστικό εξώστη τον «πόντζο» στην κορυφή του κεφαλόσκαλου, αλλά και τους τοξωτούς θόλους που οδηγούν στο κατώγι, με χαραγμένη πάνω τους την ημερομηνία κατασκευής του σπιτιού. Ανάλογα δείγματα αγροτικής λευκαδίτικης αρχιτεκτονικής υπάρχουν στο χωριό Κοντάραινα και στον οικισμό του Ρουπακιά, που τα γερά αλλά μοναχικά πέτρινα αγροτόσπιτά του στέκουν σαν φύλακες μιας ξεχασμένης εποχής, σκαρφαλωμένα σε μια απότομη πλαγιά.
Αξιόλογα δείγματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής υπάρχουν και στα μικρά νησιά του νομού. Στον Κάλαμο, με το λιτό αγροτικό χαρακτήρα, τα λιθόκτιστα κεραμόσκεπα σπίτια είναι πυκνοχτισμένα πάνω από το λιμάνι, αφήνοντας ανάμεσά τους να σχηματιστούν μικρά φιδωτά σοκάκια. Το χωριό του Καστού δίνει μιαν άλλη αίσθηση, με τα δίπατα πέτρινα σπίτια του χτισμένα αραιά σε μεγάλα οικόπεδα και τριγυρισμένα από ελιές. Τα χρωματιστά τους παραθυρόφυλλα, τα ξύλινα μπαλκόνια, οι μεγάλες μπαλκονόπορτες και οι σκεπές, φτιαγμένες από κόκκινα κεραμίδια, σχηματίζουν μια εικόνα που αποπνέει την ηρεμία περασμένων εποχών, θυμίζοντας έντονα την Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60. Στο Μεγανήσι, τα χωριά, με τους γραφικούς δρόμους τους στενούς σαν καντούνια, αποτελούνται από μικρά πέτρινα αγροτικά σπιτάκια κι είναι γεμάτα πηγάδια απ’ όπου κάποτε οι κάτοικοι αντλούσαν το λιγοστό νερό. Σήμερα λίγα είναι τα πηγάδια που λειτουργούν. Τα περισσότερα, όμως, χτισμένα με πέτρα, ξεχωρίζουν για την τέχνη της κατασκευής τους, καθώς σχηματίζουν ένα μεγάλο χαμηλό κυκλικό πεζούλι στο κάτω μέρος.
Το λευκαδίτικο δομικό σύστημα μοναδικό στην Ελλάδα και την Ευρώπη είναι χαρακτηριστικό δείγμα αντιπροσωπευτικής αντισεισμικής κατασκευής και γι’ αυτό έχει προκαλέσει ζωηρό ενδιαφέρον στην κοινότητα των ευρωπαίων μηχανικών.
Οι σεισμοί αλλά και το σαθρό έδαφος πάνω στο οποίο χτίστηκε η παλιά πόλη της Λευκάδας δημιούργησαν την ανάγκη να επινοηθεί ένας νέος τρόπος οικοδόμησης, ανθεκτικός στις βίαιες δονήσεις, που βασίστηκε κατά κύριο λόγο στην εκτεταμένη χρήση του ξύλου ιδανικού υλικού για αντισεισμικές κατασκευές.
Ολόκληροι κορμοί αγριόδεντρων αλείφονταν με κατράμι και πίσσα και τοποθετούνταν στα θεμέλια σε όλο το μήκος και πλάτος της οικοδομής. Το ξύλινο υλικό της μελλοντικής κατασκευής το τοποθετούσαν για ορισμένο χρονικό διάστημα μέσα στη λάσπη της λιμνοθάλασσας που βρίσκεται κοντά στη Χώρα. Οι κορμοί σκεπάζονταν με μίγμα τριών διαφορετικών υλικών από ψιλή άμμο, πελεκητές πέτρες και σκόνη πορσελάνης. Η θεμελίωση αυτή παρουσίαζε σημαντικό βαθμό σταθερότητας γιατί, σε περίπτωση σεισμού, μπορούσε να κινηθεί σαν ενιαίο σύνολο. Η πιθανότητα να διαρραγεί ή να καθιζήσει τμηματικά γινόταν, μ’ αυτόν τον τρόπο, ελάχιστη.
Μετά τη θεμελίωση κατασκευάζονταν οι λίθινοι τοίχοι του ισογείου που τελείωναν στα ανοίγματα των θυρών και των παραθύρων. Στην εξωτερική πλευρά τους κυρίως στα σημεία μεταξύ των ανοιγμάτων τοποθετούνταν σίδερα που αγκιστρώνονταν στο ξύλινο πάτωμα του πρώτου ορόφου για να συγκρατηθεί η ξύλινη κατασκευή πάνω στη λιθοδομή του ισογείου κι έτσι «να δέσει» ολόκληρο το οικοδόμημα.
Αν η κυρίως κατασκευή του ισογείου ήταν λίθινη, η αντίστοιχη του πρώτου ορόφου βασιζόταν πιο πολύ στη χρήση του ξύλου. Οι μαστόροι ένωναν τα μαδερόξυλα στις τέσσερις γωνιές της λιθοδομής για να αρχίσει η ξύλινη κατασκευή, συνδέοντάς τα μεταξύ τους στις γωνίες με ειδικούς αρμούς καρφωμένους με ξύλινα χειροποίητα καρφιά από σκληρό ξύλο υλικό πιο ευλύγιστο στους κραδασμούς του σεισμού. Τα ξύλινα οριζόντια δοκάρια στρώνονταν παράλληλα και τοποθετούνταν σε ειδικές υποδοχές του λίθινου τοίχου ή πάνω στα μαδέρια που ήταν στρωμένα κατά μήκος του τοίχου, φέροντας το πάτωμα του ορόφου. Όταν το απαιτούσε η κατασκευή, τα μαδέρια διαπερνούσαν τον τοίχο εγκάρσια και κάποτε προεξείχαν, σχηματίζοντας έναν ξύλινο πρόβολο για να στηριχτεί ο εξώστης.
Με το τελείωμα της πατωσιάς στήνονταν τα ξύλα για την κατασκευή του τοίχου του πρώτου ορόφου, με μια τεχνοτροπία που λέγεται τσατουμάς. Η κατασκευή άρχιζε με την τοποθέτηση τεσσάρων κορμών στις γωνίες, που στην κορυφή και στη βάση τους στερεώνονταν με χοντρά καρφιά, τα μπρατσόλια, που σχημάτιζαν δύο ορθές γωνίες. Η κατασκευή αυτή έκανε το σπίτι ευλύγιστο για να αντέξει στους σεισμούς και σχημάτιζε την «υποδομή» για την ολοκλήρωση της κατασκευής με την τοποθέτηση των άλλων, μικρότερων, βοηθητικών ξύλων. Έτσι άρχιζε το πλέξιμο της ξυλοδεσιάς που έδινε στο κτίριο το ιδιαίτερο ύφος, την ιδιορρυθμία αλλά και την ελαφράδα του. Τα ενδιάμεσα ανοίγματα που άφηνε η ξυλοδεσιά συμπληρώνονταν με κομμάτια τούβλων ενωμένων με λάσπη από άμμο, ασβέστη και πορσελάνη, που προστάτευαν την πλατιά επιφάνεια του ξύλινου τοίχου από τις σεισμικές δονήσεις κι έτσι αποφεύγονταν «κατακριμνήσεις», παραμορφώσεις και καταστροφές. Τέλος τοποθετούνταν η οροφή του σπιτιού, που ήταν κι αυτή ξύλινη.
Ένα από τα βασικότερα στοιχεία της ξύλινης αντισεισμικής κατασκευής ήταν η επιστήλωσή του από το έδαφος του ισογείου μέχρι το πάτωμα του πρώτου ορόφου μ’ ένα δεύτερο ξύλινο σύστημα από κολόνες. Στις πλευρές του εσωτερικού λίθινου τοίχου ύψωναν οι μαραγκοί χοντρές κολόνες που τις ένωναν με τα ήδη τοποθετημένα μαδέρια του πατώματος του πρώτου ορόφου. Η τοποθέτηση γινόταν σε μικρή απόσταση από τη λίθινη κατασκευή, ώστε να αποφεύγεται η σύγκρουση της κατασκευής με τον πέτρινο τοίχο σε περίπτωση σεισμικών δονήσεων. Αυτός ήταν ο λεγόμενος «αντισεισμικός αρμός». Οι βαριές ξύλινες κολόνες τοποθετούνταν ανά τέσσερα μέτρα, τόσο στο μήκος των πλευρικών τοίχων όσο και στον ενδιάμεσο χώρο του ισογείου, κάτω από το κεντρικό μαδέρι που στήριζε το πάτωμα του ορόφου. Με το βοηθητικό αυτό επιστήλωμα, σε περίπτωση σεισμού μπορούσε να καταρρεύσει από τη δόνηση ο εξωτερικός λίθινος τοίχος του ισογείου, πάντα όμως προς την πλευρά το δρόμου και ποτέ προς το εσωτερικό του κατωγείου. Έτσι ολόκληρη η ξύλινη κατασκευή του σπιτιού άντεχε στα τραντάγματα και στις βίαιες ωθήσεις.
Με τα χρόνια και τις συχνές καταστροφές από τους σεισμούς, οι κάτοικοι που ξανάφτιαχναν τα σπίτια τους με τα ίδια υλικά φρόντιζαν το πάνω τμήμα να είναι ελαφρύ και το κάλυπταν με λαμαρίνα που συνήθιζαν να βάφουν σε απαλά χρώματα. Αυτή η τεχνική διατηρείται μέχρι σήμερα και πολλά είναι τα σπίτια στο ιστορικό κέντρο της πόλης που έχουν ακόμα λαμαρίνες.
Τα παλιά αρχοντικά και τα πλούσια αστικά σπίτια είχαν τζάκι και ήταν χτισμένα σε μεγάλα οικόπεδα με αυλές και εντυπωσιακές εξώθυρες. Ένα σπίτι που αντιστοιχεί σ’ αυτή την περιγραφή είναι η περίφημη οικία Ζουλίνου, όπου σήμερα στεγάζεται η Δημόσια Βιβλιοθήκη και η Συλλογή Μεταβυζαντινών Εικόνων Επτανησιακής Τέχνης.
Το λευκαδίτικο σπίτι με το ελαφρό υλικό του, το ξύλο, δεν επιβάλλεται με το βάρος του ούτε εντυπωσιάζει σαν κτίσμα με τον όγκο του. Είναι λιτό στην έκφρασή του, ελαφρό στο αρχιτεκτονικό του σχήμα και απέριττο στην εξωτερική του εμφάνιση. Ωστόσο, έχει εκείνη την κατασκευαστική ευστάθεια και πληρότητα που δεν αλλοιώθηκε από εξωγενείς επιρροές. Έτσι διατηρήθηκε μια πρακτική αιώνων, κρατώντας ζωντανή τη δομική παράδοση της Λευκάδας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
ΧΑΡΑ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ: «ΛΕΥΚΑΔΑ ερευνώντας»
ΔΗΜΟΣ ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ: «Τα παλιά σπίτια της Λευκάδας»
copyright © 2022 – Περιφερειακή Ενότητα Λευκάδας – Περιφέρεια Ιονίων Νήσων
created by: interface-team